serreslife

Είχα επιτέλους ένα πρωινό ολόδικό μου για να κοιμηθώ χωρίς να έχω το άγχος της ώρας. Έκλεισα το κινητό μου, χαμήλωσα την ένταση του σταθερού , κατέβασα μέχρι τη μέση το παντζούρι της μπαλκονόπορτας και κοίταξα το ρολόι μου. 3:10 τα ξημερώματα αλλά είχα όλη την ημέρα δική μου. Με αυτές τις σκέψεις αποκοιμήθηκα . . .


Γύρω στις 10:00 το πρωί ένα τρυπάνι ακριβώς στον επάνω όροφο προσπαθούσε να στερεώσει την τέντα στο μπαλκόνι του ενοίκου που είχε χαλάσει. Ήταν ο πρώτος θόρυβος που έφτασε στα αυτιά μου, γιατί τα απορριμματοφόρα που περνούν στις 6 το πρωί καθώς και τα αυτοκίνητα που βάζουν μπροστά και φρενάρουν ή μαρσάρουν δεν τα άκουγα. Έγιναν ήχοι τόσο συνηθισμένοι, τόσο γνώριμοι που πέρασαν στο υποσυνείδητο σαν οικείοι που δεν προκαλούν την ενόχληση.



Κι ενώ γύρισα πλευρό για να συνεχίσω τον ύπνο μου, στο γωνιακό Internet-café κάποιοι θαμώνες άρχισαν το τάβλι με πειραχτικά αστεία και βωμολοχίες. Τη σκυτάλη πήρε ο σκύλος του απέναντι ενοίκου με τα γαβγίσματά του, ύστερα η Κούλα, που έβγαζε το χαλί στο μπαλκόνι και το χτυπούσε αλύπητα, αργότερα ο καρπουζάς που διαλαλούσε τα «ζωντανά» του καρπούζια κι όταν πια βγήκαν και τα πιτσιρίκια με την μπάλα τους να παίξουν καταμεσής του δρόμου, ο ύπνος μου είχε κάνει φτερά.

Βγήκα στο μπαλκόνι με τη διάθεση να φωνάξω «σκασμός» σε όλους αυτούς που χάλασαν ένα από τα σπάνια πρωινά που έχω στη διάθεσή μου, όμως, η θέα των εξαώροφων οικοδομών που στέκονταν η μία κολλητά δίπλα στην άλλη, χωρίς να μπορούν να πάρουν ανάσα με σταμάτησε. Μέτρησα 60 διαμερίσματα σε τέσσερις (4) πολυκατοικίες. Ένα ολόκληρο χωριό, σκέφτηκα. Ένα χωριό χτισμένο σε λίγα τετραγωνικά, ένα χωριό με όλους τους θορύβους στοιβαγμένους μέχρι και σε έξι(6) ορόφους.

Πώς να μπει τάξη και πώς να κοιμηθεί κανείς, όταν ένα ολόκληρο χωριό ζει, αναπνέει, κινείται δραστηριοποιείται πάνω, κάτω, δίπλα, απέναντι με κρεμασμένα τα σπίτια σαν τεράστια τσαμπιά σταφύλια, από την πελώρια κληματαριά του οικιστικού παραλογισμού που θέριεψε, σκαρφάλωσε, γιγαντώθηκε; Οι ήχοι ενός χωριού, όταν στριμώχνονται σε λίγα τετραγωνικά πολλαπλασιάζουν τα ντεσιμπέλ τους και δημιουργούν δυσφορία.
Δεν στριμώξαμε μόνο τις ζωές μας στα διαμερίσματα, στριμώξαμε κι όλες τις χαρές κάτω από το βάρος της συγκατοίκησης. Μειώσαμε τα επιφωνήματά μας, σμικρύναμε τις επιθυμίες μας, ελαττώσαμε το παράπονο ή την αγανάκτησή μας για χάρη της συνύπαρξης.
Ποιος νοιάζεται τάχα για την επιθυμία τη δική μου, να κοιμηθώ ως αργά το μεσημέρι;  

Κείμενο : Ιορδάνης Ξανθόπουλος (Φιλόλογος – Δημοσιογράφος)

Διαβάστε επίσης: